Και μάλιστα για τελευταία φορά

Την Κυριακή 25 Μαρτίου, στις 03:00 τα ξημερώματα, αλλάζει ώρα και οι δείκτες των ρολογιών μας θα πρέπει να πάνε μία ώρα μπροστά.

Με λίγα λόγια χάνουμε μια ώρα ύπνο και η αλλαγή αυτή, σηματοδοτεί και την είσοδό μας στη θερινή ώρα, φέρνοντας μας ένα βήμα πιο κοντά στο καλοκαίρι.

 

 

Η αλλαγή της ώρα γίνεται για συγκεκριμένο λόγο: για εξοικονόμηση ενέργειας. Στους επτά μήνες της θερινής ώρας εξοικονομούμε 210 ώρες ηλεκτρικής ενέργειας εκμεταλλευόμενοι τον Ήλιο.

Στην Ελλάδα η θερινή ώρα εφαρμόστηκε για πρώτη φορά, δοκιμαστικά, το 1932 και συγκεκριμένα από τις 6 Ιουλίου μέχρι την 1η Σεπτεμβρίου όπου τα ρολόγια είχαν τεθεί μία ώρα μπροστά. Ωστόσο αυτή η πρακτική εγκαταλείφθηκε γρήγορα, καθώς από τις 15 Ιουλίου στις 04:00 ώρα, του 1916, τα ρολόγια στην Ελλάδα είχαν τεθεί 25 λεπτά μπροστά στην εισδοχή της ώρας ζώνης. Έτσι η διαφορά σε σχέση με το φως του Ήλιου που καθορίζει και τον πραγματικό χρόνο γινόταν πολύ μεγάλη κυρίως στα δυτικά τμήματα της χώρας και περισσότερο στη Κέρκυρα.

Στα επόμενα χρόνια είχε υιοθετηθεί η μετατόπιση της ώρας έναρξης λειτουργίας πολλών δημόσιων υπηρεσιών και καταστημάτων κατά μισή ώρα, στη χειμερινή περίοδο.

 

 

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970 όμως, και συγκεκριμένα μόλις δύο χρόνια μετά την ενεργειακή κρίση που ξέσπασε στην Ευρώπη το 1973, αποφασίστηκε η υιοθέτηση του μέτρου της θερινής ώρας από μεγάλο μέρος των κρατών της Ευρώπης. Στην Ελλάδα εφαρμόστηκε από το 1975.

Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, έχει ξεκινήσει ήδη η συζήτηση για την κατάργηση του μέτρου της ώρας.

Οδηγία της Ε.Ε, αναφέρει πως όλα τα κράτη μέλη είναι υποχρεωμένα να τηρούν με νόμο το μέτρο την τελευταία Κυριακή του Μαρτίου στη 1 π.μ. ώρα Γκρίνουϊτς (GMT) και η επιστροφή γίνεται την τελευταία Κυριακή του Οκτωβρίου του ίδιου έτους πάλι στη 1 π.μ. ώρα Γκρίνουϊτς.

Ψήφισμα υπέρ της διερεύνησης των συνεπειών της αλλαγής ώρας υιοθέτησε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις αρχές Μαρτίου ζητώντας από την Κομισιόν, εφόσον χρειαστεί, να παρουσιάσει σχέδιο αναθεώρησης της Οδηγίας για τη συγκεκριμένη πρακτική.

Υπέρ του ψηφίσματος τάχθηκαν 384 ευρωβουλευτές, ενώ 153 το καταψήφισαν.