Μια εμβληματικλη προσωπικότητα με αστείρευτο χιούμορ

Ο θρυλικός ηθοποιός που έχει αφήσει σημαντική παρακαταθήκη με τις απίστευτες ερμηνίες του διέπρεψε στο απαιτητικό είδος της κωμωδίας.

Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας ήταν η πηγή της χαράς και είχε πιάσει το νόημα της ζωής.

 

 

 

Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 13 Μαρτίου του 1913 και μεγάλωσε στην καρδιά της πόλης και συγκεκριμένα σρο κολωνάκι στην οδό Πλουτάρχου 13.

Ο πάτερας του ήταν χρυσοχόος και για πολλά χρόνι αο Λάμπρος Κωνσταντάρας ήταν το δεξί του χέρι. Αφού πέρασε δύο χρόνια στη Σχολή Υπαξιωματικών του Ναυτικού στην Κέρκυρα και ασχολήθηκε παθιασμένα με το ποδόσφαιρο, το 1931 βρέθηκε στο Παρίσι για να σπουδάσει την τέχνη του χρυσοχόου.

Εντελώς τυχαία βρέθηκε να παίζει ως κομπάρσος σε μία ταινία και στη συνέχεια σε μία θεατρική παράσταση, που σκηνοθετούσε ο σπουδαίος γάλλος θεατράνθρωπος Λουί Ζουβέ. Αυτή ήταν και η αφορμή, που τον μάγεψε στην κυριολεξία και αποφάσισε να ασχοληθεί με την υποκριτική.

 

 

Μαθήτευσε κοντά στον Ζουβέ και το 1937 έκανε την πρώτη του επαγγελματική εμφάνιση στο θέατρο με το «Σχολείο Γυναικών» του Μολιέρου. Τον επόμενο χρόνο αποφάσισε να επιστρέψει στην Ελλάδα και εμφανίστηκε στην Αθήνα, στο έργο του Τζέιμς Μπάρι «Τα παράσημα της γριούλας» πλάι στην κυρία Κατερίνα. Ακολούθησαν ρόλοι στα έργα «Το στραβόξυλο» του Δημήτρη Ψαθά, «Ο μισάνθρωπος» του Μολιέρου, «Ο παίχτης» του Ντοστογιέφσκι, με θιάσους όπως των Μιράντας - Παππά και Μουσούρη - Αρώνη.

 

 

Το 1945 παντρεύεται την ηθοποιό Ιουλία Γεωργοπούλου και τον επόμενο χρόνο αποκτά το μοναδικό του παιδί, τον δημοσιογράφο και πολιτικό Δημήτρη Κωνσταντάρα. Το 1948 συγκροτεί για πρώτη φορά θίασο με τη Μιράντα Μυράτ και το 1958 τον πρώτο προσωπικό του θίασο και παρουσιάζει το έργο του Τζον Πρίσλεϋ «Ο ανακριτής έρχεται».

Συνεργάστηκε με σπουδαίους ηθοποιούς, όπως τη Μαρίκα Κοτοπούλη, την Τζένη Καρέζη, τη Μάρω Κοντού, το Νίκο Ρίζο, τον Ντίνο Ηλιόπουλο, την Αλίκη Βουγιουκλάκη και την Έλλη Λαμπέτη.

 

 

 

Τελευταία του εμφάνιση στο σανίδι ήταν στην κωμωδία του Κώστα Πρετεντέρη «Τρελλές επαφές ρωμέικου τύπου», που παρουσίασε μαζί με τη Μάρω Κοντού και τον Νίκο Ρίζο τη διετία 1977 - 1979.

Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας έγινε ιδιαίτερα δημοφιλής, κυρίως, μέσα από τη μεγάλη οθόνη.

Υπήρξε πρωταγωνιστής από την πρώτη κιόλας ταινία του, «Το τραγούδι του χωρισμού» (1940) σε σκηνοθεσία Φ. Φίνου, ενώ κράτησε τους πρώτους ρόλους και σε περίπου 90 ακόμα ταινίες. Καθιερώθηκε ως ο κινηματογραφικός μπαμπάς της Αλίκης Βουγιουκλάκη («Διακοπές στην Αίγινα», «Το ξύλο βγήκε από το παράδεισο», «Η Αλίκη στο Ναυτικό», «Η κόρη μου η σοσιαλίστρια», «Η Λίζα και η άλλη» κ.ά.).

 

 

 

Το 1969 κέρδισε το βραβείο ερμηνείας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για την ερμηνεία του στην ταινία του Βασίλη Γεωργιάδη «Ο Μπλοφατζής». Η τελευταία του ταινία ήταν «Ο Λαμπρούκος μπαλαντέρ» (1981) του Κώστα Καραγιάννη. Στην τηλεόραση ξεχώρισε με το ρόλο του γυναικοκατακτητή Ζάχου Δόγκανου στο σήριαλ «Εκείνες και εγώ», που προβλήθηκε τη διετία 1976 - 1977. Το 1971 έκανε και δεύτερο γάμο με  τη Φιλιώ Κεκάτου.

 

 

Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας υπήρξε σπουδαίος ηθοποιός. Το πηγαίο ταλέντο του διαφαίνεται μέσα από τη μεγάλη γκάμα των ρόλων που ερμήνευσε, τόσο στον κινηματογράφο, όσο και στο θέατρο. Στα πρώτα του βήματα εμφανίστηκε σε δραματικούς ρόλους, ακόμη και ως ζεν-πρεμιέ, ενώ στη συνέχεια ειδικεύτηκε σε πιο κωμικούς, ως φίλος ή πατέρας -καλοσυνάτος, ανοιχτόκαρδος, ακόμη και αυστηρός πότε - πότε γυναικάς και χιουμορίστας.

Πέθανε στις 28 Ιουνίου του 1985 στο «Ασκληπείο» της Βούλας. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας, εξαιτίας αλλεπάλληλων εγκεφαλικών επεισοδίων.