Όλα όσα αποκαλύπτει ο γιος της

18 ολόκληρα χρόνια έχουν περάσει απο τον θάνατο της αξέχαστης λαικής τραουδίστριας Ρίτας Σακελλαρίου. Και μπορεί να μη βρίσκεται κοντά μας, η μουσική κληρονομιά που μας άφησε όμως θα την θυμίζει για πάντα με τα τραγούδια της να μένουν αναλλοίωτα στον χρόνο.

Ο γίος της Τακης Θέμελης μοιραζεται με τον κόσμο διάφορες στιγμές απο την προσωπική ζωή της μητέρας του που κουβαλάει σαν πολύτιμο θησαυρό μαζί του, αφήνοντας ένα παράπονο για τις Αρχές, ότι δεν τίμησαν τη Ρίτα και δεν έδωσαν ούτε σε ένα δρόμο του Ηρακλείου το όνομά της, ενώ στη γενέθλια γη, στο Χαμέζι Σητείας, το σπίτι όπου γεννήθηκε ερήμωσε, και κανείς δε ζήτησε τα κειμήλια από τη μεγάλη εκείνη μορφή του ελληνικού τραγουδιού που προτίθεται να δωρίσει ο γιος της για να θυμίζουν πάντα την αξέχαστη Ρίτα.

Η Ρίτα Σακελλαρίου ήταν η χρυσή φωνή  του ελληνικού πενταγράμμου που έκανε ακόμα και τον Ανδρέα Παπανδρέου να σηκωθεί και χορέψει μπροστά στο φακό, σε μια πόζα που άφησε εποχή, Κάθε χρόνο στη γιορτή του, του Αγίου Ανδρέα, πήγαινε στην Εκάλη και τραγουδούσε, με τα γλέντια εκείνης της εποχής να έχουν μείνει θρυλικά. Η Ρίτα τον είχε επισκεφτεί στο Ωνάσειο, όπου νοσηλευόταν ο Ανδρέας Παπανδρέου, ενώ όταν πέθανε ο πόνος της ήταν μεγάλος.

 

Η Ρίτα, όπως θυμάται ο Τάκης Θέμελης, ήταν μια αυθεντική Ελληνίδα μάνα. Μια γυναίκα που αγαπήθηκε και αγάπησε με πάθος. Μια φωνή που λάτρεψαν και λατρεύουν οι Έλληνες. «Ακούω τα τραγούδια της στο ραδιόφωνο και δακρύζω. Με συγκινεί αυτή η αγάπη του κόσμου. Είναι σαν να ζει, σαν να μην έχει φύγει ποτέ». 

Δεν της άρεσε να την αποκαλούν «κυρία» αλλά απλά Ρίτα, «ήταν πιο απλή από τους απλούς». Η επιτυχία δεν της "φούσκωσε" ποτέ τα μυαλά. Η φήμη που απέκτησε δεν άλλαξε το χαρακτήρα της. «Ήταν πιο κλασική από τις κλασικές Ελληνίδες μάνες. Προστατευτική και νοικοκυρά, που, παρά το ξενύχτι, πήγαινε στη λαϊκή και είχε έτοιμο το τσικάλι στις 10 το πρωί, για να πέσει μετά για ύπνο και να ξεκουραστεί. Και μάλιστα πολύ καλή μαγείρισσα».

 

 

Η Ρίτα Σακελλαρίου λάτρευε την Κρήτη και το Χαμέζι. Πήγαινε μάλιστα συχνά στη Σητεία, όπου τραγουδούσε στις τοπικές γιορτές αφιλοκερδώς. Λίγο πριν πεθάνει, λες και είχε προαισθανθεί το θάνατό της, είχε ζητήσει από το γιο της, τον Τάκη, να πάνε στο Χαμέζι, ενώ όνειρό της ήταν να αγοράσει το σπίτι όπου γεννήθηκε. Ήταν μάλιστα η πρώτη φορά που εξέφραζε αυτή της την επιθυμία, γεγονός που είχε προκαλέσει εντύπωση στον κ. Θέμελη. Όμως την πρόλαβε ο θάνατος και η επιθυμία έμεινε ανεκπλήρωτη...

Οι μνήμες φορτισμένες συγκινησιακά. Αν και η Ρίτα ήξερε ότι είχε καρκίνο, δεν το έβαζε κάτω. Το πάθος της για το τραγούδι ήταν μεγάλο, τόσο που ο κ. Τάκης για να την ανεβάσει ψυχολογικά, κανόνισε μια σειρά από δέκα συναυλίες στην Αυστραλία. Όμως η μοίρα είχε άλλα σχέδια... Ο καρκίνος είχε ήδη κάνει μετάσταση στις φωνητικές χορδές. «Με πήρε τηλέφωνο. Δεν τη γνώρισα. Ακουγόταν σαν κρυωμένη. Της είπα "σταμάτα και έλα πίσω"». Η Ρίτα Σακελλαρίου είχε δώσει μόλις τρεις από τις προγραμματισμένες συναυλίες και επέστρεψε εσπευσμένα στην Αθήνα. Λίγες μέρες μετά, στις 6 Αυγούστου 1999, άφηνε την τελευταία της πνοή. Πριν πεθάνει πήρε τηλέφωνο τον πρώτο της άντρα, ο οποίος επίσης έπασχε από καρκίνο, λέγοντάς του «ή θα με πάρεις μαζί σου, ή θα σε πάρω μαζί μου» - κάτι που αποδείχτηκε προφητικό. Η Ρίτα Σακελαρίου έσβησε με 18 μέρες διαφορά από τον άνθρωπο που αγάπησε βαθιά.

 

 

Η Ρίτα είχε ένα μεγάλο πάθος, τη δουλειά και το σπίτι της. «Δούλευε χειμώνα-καλοκαίρι, δε σταματούσε ποτέ», σημείωσε ο γιος της, μη παραλείποντας να τονίσει το πόσο πολύ φρόντιζε την οικογένειά της. «Αγαπούσε όλο τον κόσμο και όλοι την αγαπούσαν. Είχε καλές σχέσεις με όλους τους καλλιτέχνες. Ακόμα και οι εχθροί της την αγαπούσαν».

Η Ρίτα Σακελλαρίου ξεκίνησε σχεδόν τυχαία την καριέρα της. Όπως θυμάται ο γιος της, τραγουδούσε στο σπίτι της όταν την άκουσαν δύο άντρες που έκαναν καντάδα στις γειτονιές. Ήταν στα 1959, όταν της πρότειναν, μαγεμένοι από τη φωνή της, να τραγουδήσει σε μια ταβέρνα στο Πέραμα. Η Ρίτα δέχτηκε και με δανεικό φόρεμα πήγε, κρυφά από τη μάνα της. Δούλεψε με ελάχιστα λεφτά θεμελιώνοντας τη μετέπειτα καριέρα της, που ξεκίνησε όταν την ανακάλυψε ο στιχουργός Στέλιος Χρυσίνης, δίνοντάς της το τραγούδι "Μείνε, μείνε". Ήταν η αρχή μιας λαμπρής καριέρας, που απογειώθηκε με το θρυλικό πια τραγούδι "Ιστορία μου αμαρτία μου"... Εκείνο που έκανε το γύρο του κόσμου, καθώς "πρωταγωνίστησε" σε μια σκηνή της κλασικής πια ταινίας τρόμου του Γουίλιαμ Φρίντκιν "Ο Εξορκιστής" το 1973.