Τι έδειξαν νέες έρευνες

Το ψωμί είναι μια από τις πιο σημαντικές πηγές θρεπτικών συστατικών για τον ανθρώπινο οργανισμό. Παρασκευάζεται από τα δημητριακά τα οποία αποτελούν την βάση της διατροφής των περισσότερων λαών.

Όμως, ο οργανισμός όλων των ανθρώπων δεν αντιδρά με τον ίδιο τρόπο στο ίδιο ψωμί.

Για αυτό και η απάντηση στο ερώτημα ποιο είδος ψωμιού είναι πιο υγιεινό είναι ότι αυτό εξαρτάται από τον κάθε οργανισμό, σύμφωνα με νέα έρευνα μιας ισραηλιτικής ομάδας. 

 

Οι ερευνητές του διεθνούς φήμης Ινστιτούτου Επιστημών Weizmann, πραγματοποίησαν μια κλινική δοκιμή με 20 υγιείς εθελοντές, προκειμένου να συγκρίνουν τις επιπτώσεις που έχει η κατανάλωση του λευκού επεξεργασμένου ψωμιού και του μαύρου ψωμιού (ολικής αλέσεως) με προζύμι.

Οι επιστήμονες, με επικεφαλής τον καθηγητή υπολογιστικής βιολογίας Έραν Σεγκάλ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Cell Metabolism» (Κυτταρικός Μεταβολισμός), χώρισαν τους συμμετέχοντες σε δύο ομάδες. Η μία κατανάλωνε λευκό ψωμί και η άλλη μαύρο, επί μία εβδομάδα. Μετά από ένα κενό χρονικό διάστημα 15 ημερών χωρίς καθόλου ψωμί, ακολούθησε μια δεύτερη εβδομάδα στην οποία οι ρόλοι αντιστράφηκαν, δηλαδή όσοι είχαν φάει λευκό ψωμί, έφαγαν μαύρο και το αντίστροφο.

Πριν, στη διάρκεια και μετά τη μελέτη, οι ερευνητές κατέγραφαν την όποια επίπτωση των ψωμιών στον οργανισμό των εθελοντών: επίπεδα σακχάρου, χοληστερίνης, ασβεστίου, σιδήρου, λιπιδίων, ενζύμων νεφρών και ήπατος, δεικτών φλεγμονής και βλαβών σε ιστούς κα.

Προς μεγάλη έκπληξη των επιστημόνων, δεν διαπιστώθηκαν σημαντικές κλινικές διαφορές, όσον αφορά τις επιπτώσεις του λευκού και του μαύρου ψωμιού πάνω στους διάφορους βιοδείκτες της υγείας. Μια προσεκτικότερη ανάλυση έδειξε όμως, ότι περίπου οι μισοί άνθρωποι αντιδρούσαν καλύτερα στο λευκό ψωμί (άρα για αυτούς αυτό είχε καλύτερες επιπτώσεις στην υγεία τους), ενώ οι άλλοι μισοί αντιδρούσαν καλύτερα στο μαύρο ψωμί με προζύμι (που για αυτούς ήταν πιο υγιεινό).

«Τα ευρήματα αυτά είναι πολύ ενδιαφέροντα και πιθανώς πολύ σημαντικά, επειδή αποκαλύπτουν ότι διαφορετικοί άνθρωποι αντιδρούν διαφορετικά ακόμη και στις ίδιες τροφές», δήλωσε ο ανοσολόγος Έραν Ελινάβ.