Βασικά το λέει το όνομά του. Μισό-σέξουαλ. Σεξουαλικοί αλλά όχι φουλ, κατά το ήμισυ, αν μπορεί να μετρηθεί η σεξουαλικότητα.
Είναι τα άτομα που αισθάνονται σεξουαλική έλξη πιο σπάνια σε σχέση με τον πληθυσμό.
Άνθρωποι με μικρό έως και καθόλου σεξουαλικό ενδιαφέρον. Κάτι ανάμεσα στους asexuals και τους σεξουαλικά ενεργούς. Η έλξη που νιώθει η/ο demisexual είναι λίγη και εκδηλώνεται υπό προϋποθέσεις. Για έναν τύπο ανθρώπου όπως αυτός, το σεξ δεν έρχεται νωρίς και δεν υπάρχει απολύτως καμίας μορφής ανάγκη για να συμβεί. Αυτή/ός που δηλώνει demisexual πρέπει πρώτα απ' όλα να νιώσει το απόλυτο συναισθηματικό δέσιμο και ύστερα να προσωρήσει στο πρακτικό κομμάτι. Αυτή είναι και η απαραίτητη προϋπόθεση για να κάνει σεξ ο demisexual.
Όχι προκειμένου ν' απολαύσει την πράξη αυτή καθαυτή, όσο για να έρθει ακόμα πιο κοντά με το πρόσωπο που νιώθει πραγματικά οικεία. Είναι το επιστέγασμα αυτής της συναισθηματικής σχέσης, όπότε, έρχεται πάντα μετά από αυτήν. Να γνωριστούμε πρώτα πολύ, πολύ καλά να έρθουμε κοντά πνευματικά, να νιώσουμε οικεία, και μετά λογικά θα έρθει το σεξ. Καμία αίσθηση λαγνείας ή πάθους που δεν ελέγχεται. Οι demisexuals ενδεχομένως να βγαίνουν για χρόνια μαζί, να ταξιδεύουν παρέα, να κοιμούνται στο ίδιο δωμάτιο, αλλά να μην έχουν νιώσει σωματική έλξη ώστε να φτάσουν στο σημείο να κάνουν σεξ. Μόλις δόθηκε λοιπόν χαρακτηρισμός, σ' ένα από τα πιο παράδοξα φαινόμενα των σύγχρονων