Οι γυναίκες που περνούν την περίοδο της εγκυμοσύνης κοντά στη φύση έχουν ένα σημαντικό πλεονέκτημα, σε σύγκριση με όσες διαβιούν σε ένα αστικό περιβάλλον: να αποκτήσουν πιο έξυπνα παιδιά. Αυτό είναι το συμπέρασμα νεότερης μελέτης, που απαριθμεί τους κινδύνους από τους ατμοσφαιρικούς ρύπους για την ανάπτυξη του παιδιού.
Ειδικότερα, η μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Environmental Health, συμπέραναν ότι η προγενετική έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση θα μπορούσε να οδηγήσει σε προβλήματα κινητικού συντονισμού και γλώσσας. Πρόκειται μάλιστα για ένα από τα πρώτα ερευνητικά προγράμματα που αξιολογούν τη σχέση μεταξύ της προγεννητικής έκθεσης στη ρύπανση του αέρα και της ανάπτυξης του εγκεφάλου κατά τη βρεφική ηλικία.
Για τη μελέτη, οι ερευνητές παρακολούθησαν την υγεία 161 μητέρων και των παιδιών τους που ζούσαν στη Νότια Καλιφόρνια. Οι μητέρες παρείχαν λεπτομερές ιστορικό σχετικά με τις προηγούμενες συνθήκες διαβίωσής τους αλλά και για την περίοδο που κυοφορούσαν. Στη συνέχεια, η ερευνητική ομάδα διασταύρωσε τις διευθύνσεις με το Σύστημα Ποιότητας του Αέρα της Υπηρεσίας Προστασίας Περιβάλλοντος των ΗΠΑ, το οποίο διατηρεί αρχείο για την οδική κυκλοφορία, τη βιομηχανία, τον καπνό από πυρκαγιές και άλλους ρύπους στην εκάστοτε περιοχή.
Όταν τα παιδιά συμπλήρωσαν και το δεύτερο έτος της ηλικίας τους, υποβλήθηκαν σε διάφορα νευροαναπτυξιακά τεστ που μετρούσαν τις γνωστικές, κινητικές και γλωσσικές τους δεξιότητες. Παράλληλα, εκτιμήθηκαν από τους συγγραφείς της μελέτης και άλλοι παράγοντες, όπως ο θηλασμός, ο πρόωρος τοκετός, το βάρος του βρέφους κατά τη γέννηση και την κοινωνικοοικονομική κατάσταση της οικογένειας.
Διαπιστώθηκε ότι οι γυναίκες που εκτέθηκαν σε ατμοσφαιρικούς ρύπους, όπως τα αιωρούμενα σωματίδια PM10 και PM 2.5, απέκτησαν παιδιά με χαμηλότερες γνωστικές βαθμολογίες. Πιο συγκεκριμένα, τα δίχρονα παιδιά με τα υψηλότερα επίπεδα έκθεσης στην ατμοσφαιρική ρύπανση κατά τη διάρκεια της κύησης είχαν τις χαμηλότερες βαθμολογίες νευροανάπτυξης. Συνολικά, το 16% των νηπίων είχε γνωστικό σκορ που θα υποδήλωνε κάποιο επίπεδο νευρολογικής δυσλειτουργίας.
Οι ερευνητές σημειώνουν ότι έχει σημασία και ο χρόνος έκθεσης των εμβρύων στην ατμοσφαιρική ρύπανση, καθώς η ατμοσφαιρική ρύπανση κατά τη διάρκεια της μέσης και όψιμης εγκυμοσύνης οδήγησε σε χειρότερα αποτελέσματα νευροαναπτυξιακής ανάπτυξης για τα βρέφη.
Γιατί η ατμοσφαιρική ρύπανση προκαλεί επιβλαβείς νευρολογικές βλάβες; Οι ερευνητές εκτιμούν ότι μια εξήγηση είναι πως οι εισπνεόμενοι ρύποι έρχονται σε άμεση επαφή με το έμβρυο. Τα σωματίδια θα μπορούσαν στη συνέχεια να πυροδοτήσουν την ενεργοποίηση του ανοσοποιητικού συστήματος, προκαλώντας υπερβολική φλεγμονή και οξειδωτικό στρες που μπαίνει εμπόδιο στην ανάπτυξη του εγκεφάλου.
Ωστόσο, όπως διευκρινίζει η Tanya Alderete, επίκουρη καθηγήτρια ολοκληρωμένης φυσιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Κολοράντο Boulder και συγγραφέας της μελέτης, αυτή η συσχέτιση δεν σημαίνει απαραίτητα ότι το παιδί θα παρουσιάσει γνωστικές διαταραχές. Η ίδια συμβουλεύει τις εγκύους να αποφεύγουν να γυμνάζονται έξω σε ημέρες με κακή ποιότητα αέρα, να επενδύσουν σε ένα σύστημα φιλτραρίσματος του αέρα μέσα στο σπίτι, να ανοίγουν τα παράθυρα όταν μαγειρεύουν και να αποφεύγουν το παθητικό κάπνισμα.