emfialwnontas-tis-anamnhseis
Είσαι σε ένα καράβι. Ακούς Παυλίδη και κοιτάς τα κύματα.

Γενικά η μουσική του Παυλίδη ταιριάζει γάντι με τη θέα της θάλασσας. Είναι σαν να κάνεις δύο ταξίδια σε ένα. Το ένα έχει προορισμό γνωστό και το άλλο όχι.

Το δεύτερο λοιπόν, το ταξίδι του μυαλού επισκέπτεται χώρες περίεργες και απρόσμενες, αφήνεσαι σε αυτόν τον μικρό χορό και κάνεις σκέψεις που δεν περίμενες. Αλλάζει πρόσωπα η θλίψη… όλο ξεχνάω το όνομά της… Θυμάσαι ένα έργο του Henn Kim, το Κονσερβοποιημένες Αναμνήσεις.

emfialwnontas-tis-anamnhseis

Ένα ζευγάρι αγκαλιά σε μια κονσέρβα. Κάτι παλιό και περασμένο που θες να κλείσεις και να διατηρήσεις σε μια τενεκεδένια χρονοκάψουλα. Σκέφτεσαι πως θα ήταν αν μπορούσες να εμφιαλώσεις τις αναμνήσεις σου. Να τις βγάλεις απ’ το κεφάλι σου και να τις χώσεις σε ένα μπουκάλι. Τις θλιβερές θα τις έβαζες σε ένα μπουκάλι πράσινο και γυάλινο με ετικέτα »Στην υγειά σου». Μετά θα έπαιρνες φόρα και θα το πέταγες στη θάλασσα. Θα φανταζόσουν να πέφτει πάνω στα βράχια και να σπάει. Οι σκέψεις σου να γίνονται ένα με τον αφρό, η δική σου σταγόνα ωκεανού. Ρωτάνε αν την αγαπάω, ή έστω για λίγο αν θα μου λείψει.  Ίσως και να σου έλειπαν αυτές οι αναμνήσεις. Καμιά φορά σου αρέσει να επιστρέφεις σε κάτι που σε τσούζει. Γιατί σου δείχνει πως είσαι ζωντανός. Πως έζησες κάτι έντονο, κάτι που μετρούσε. Επιστρέφεις και σε κάτι που σου σφίγγει το στομάχι, κάτι που μπορεί να είναι και ευχάριστο και δυσάρεστο ταυτόχρονα. Υπάρχουν βέβαια και αυτά που θες να πάνε στον αγύριστο, στο πάτο της θάλασσας αγκαλιά με ένα Κθούλου. Λένε πως στη χώρα που ναυάγησες βασιλεύουν οι μάγισσες…  Έστω.  Ναι, αυτά δεν θα σου λείψουν καθόλου, τα άλλα όμως ναι. Ειδικά τα βράδια που κάνεις τις αναδρομές και την αυτοκριτική σου.  Τις άλλες τις αναμνήσεις, τις όμορφες, τελεία, θα τις έβαζες σε ένα μπουκάλι διάφανο στην κορφή της βιβλιοθήκης σου. Το πιο περίεργο είναι πως κάποιες αναμνήσεις σου έχουν θέση και στα δύο τα μπουκάλια. Αυτές είναι οι καλύτερες, οι αγαπημένες σου. Τα βράδια κοιτάς το μπουκάλι και το παιχνίδισμα της λάμψης του σε νανουρίζει, γιατί αυτές οι αναμνήσεις έχουν το δικό τους φως, τη δική τους ενέργεια. Το μυαλό σου δεν ήταν ποτέ πιο καθαρό, είναι σαν να ξεκινάς όχι καινούργια σελίδα, αλλά το βιβλίο σου από την αρχή. Μετά από κάποιο καιρό όμως σου συμβαίνει κάτι που σε στενοχωρεί και σε φέρνει στα όριά σου. Και τότε θες να ζήσεις κάτι όμορφο και ζεστό. Ή μάλλον να ξαναζήσεις κάτι, να κάνεις μια επιστροφή. Μπαίνεις στο δωμάτιο, αρπάζεις το μπουκάλι και το πετάς στο πάτωμα. Όπως έκανες μικρή με τον κουμπαρά και το χαρτζιλίκι σου όταν πια δεν μπορούσες άλλο να περιμένεις και χάλαγες τις οικονομίες σου σε ανούσιες βλακείες. Οι αναμνήσεις τρέχουν στο πάτωμα σαν φραγκοδίφραγκα, μετά ξοδεύονται και μένεις πάλι ταπί. Ήταν για λίγο η χαρά σου, την σπατάλησες για να καλύψεις το κενό όλων αυτών που πέταξες στη θάλασσα. Πλέον δεν έχεις κάτι να θυμάσαι. Δεν έχεις κάτι στο οποίο να γυρίζεις.

Έχει περάσει καιρός. Έχεις φτιάξει πια καινούργιες, καλές και κακές, αλλά είναι μισές, σακατεμένες. Δεν έχουν πρόγονους και ρίζες. Η χαρά σου διαρκεί λίγο, και η θλίψη σου δεν μοιάζει πραγματική, πας να την πιάσεις και είναι αφρός. Μα αν δεν πονάς πραγματικά πως θα εκτιμάς το ωραίο όταν έρχεται; Και αν δεν χαίρεσαι πολύ με τα ωραία, τι θα σου δίνει δύναμη όταν έρχονται τα δύσκολα; Ίσως δεν φτάνει μόνο αυτό μια ματιά μια βραδιά σε ένα ταξίδι μακρινό. Όχι δεν φτάνει. Πρέπει να τα ζεις όλα στο πετσί σου, και ίσως τότε… Ίσως τότε να μπορείς πια να κλαις από χαρά. Ίσως έρθεις να μου πεις τώρα δεν φοβάμαι τίποτα.

Θες να βγεις έξω να κάνεις μια βόλτα. Πας σε μια παραλία και περπατάς στην αμμουδιά εκεί που σκάει το κύμα και σε βρέχει ως τα γόνατα. Κάτω από το φως του ήλιου κάτι μπροστά σου τραβάει την προσοχή. Ένα πράσινο μπουκάλι, ταλαιπωρημένο, με μια ετικέτα ξεθωριασμένη, ξέρεις πολύ καλά τι γράφει. Βγάζεις τον φελλό και κατεβάζεις μια γουλιά. Χέρια, μάτια, δάκρυα και γέλια, χοροί και αγκαλιές, φωνές και μουσική. Άλλη μία. Σ΄ αγαπώ, σε μισώ, σε βαρέθηκα, μου λείπεις, πάμε μια βόλτα, έχω μετανιώσει, μην γυρίσεις ποτέ ξανά. Για τις επόμενες γουλιές με ευγνωμοσύνη σηκώνεις το μπουκάλι… Cheers.

Ιωάννα Ζέρβα (mindunblogged.wordpress.com)