Οι ασθενείς με Covid-19 αρχίζουν να εκκρίνουν τον κορονοϊό SARS-CoV-2 και να τον μεταδίδουν σε άλλους γύρω τους, δύο έως τρεις μέρες πριν εκδηλωθούν τα πρώτα συμπτώματα της νόσου, σύμφωνα με μια νέα επιστημονική μελέτη.
Τα ευρήματα αυτά αποτελούν μια ακόμη ένδειξη ότι ο ιός μεταδίδεται ύπουλα και κάτω από το «ραντάρ» από ανθρώπους που δεν έχουν ακόμη κανένα σύμπτωμα. Η νέα μελέτη εκτιμά ότι σχεδόν οι μισοί άνθρωποι μπορεί να κολλάνε τον ιό από κάποιον φορέα που δεν έχει ακόμη συμπτώματα.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρα Έρικ Λάου του Πανεπιστημίου του Χονγκ Κονγκ και του Κέντρου Επιδημιολογίας και Ελέγχου Λοιμωδών Νόσων του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό «Nature Medicine», ανέλυσαν στοιχεία για 94 ασθενείς με Covid-19, που νοσηλεύθηκαν στο 8ο Λαϊκό Νοσοκομείο της Γκουανγκτσού της Κίνας.
Δείγματα είχαν ληφθεί από τον φάρυγγα των ασθενών από την αρχική εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων έως 32 μέρες αργότερα. Συνολικά 414 δείγματα αναλύθηκαν και οι επιστήμονες βρήκαν ότι οι ασθενείς είχαν το μεγαλύτερο ιικό φορτίο -άρα και τη μεγαλύτερη μεταδοτικότητα- στην πολύ αρχική φάση των συμπτωμάτων.
Στη συνέχεια, οι ερευνητές μελέτησαν μέσω ειδικού μοντέλου το «προφίλ» μεταδοτικότητας του κορονοϊού σε άλλα 77 «ζεύγη μετάδοσης». Κάθε ζεύγος αποτελείτο από δύο ασθενείς με Covid-19 και ξεκάθαρη μεταξύ τους επιδημιολογική σχέση, δηλαδή ο ένας σχεδόν σίγουρα είχε μολύνει τον άλλο.
Από αυτή τη δεύτερη ομάδα ασθενών, οι επιστήμονες συμπέραναν ότι η μεταδοτικότητα αρχίζει περίπου 2,3 μέρες πριν εμφανισθούν τα πρώτα συμπτώματα και κορυφώνεται 0,7 μέρες πριν την εκδήλωσή τους. Οι ερευνητές εκτίμησαν ότι το 44% των δευτερογενών κρουσμάτων (δηλαδή του δεύτερου μέλους κάθε ζεύγους που κόλλησε από τον πρώτο ασθενή) μολύνθηκαν κατά την προσυμπτωματική φάση, ενώ η μεταδοτικότητα του ιού μειωνόταν γρήγορα μέσα σε επτά μέρες από την έναρξη της λοίμωξης.